εδώθενε(ς)

εδώθενε(ς)
(ε)δωθε(ς) επίρρ.
1) отсюда; 2) здесь, по эту сторону;

έχει πολύν καιρό να περάσει εδώθενε(ς) — он давно здесь не был


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "εδώθενε(ς)" в других словарях:

  • (ε)δώ — τοπ. επίρρ. 1. (για στάση και κίνηση) στο μέρος όπου βρισκόμαστε ή για το οποίο γίνεται λόγος: Έλα πιο εδώ. – Μένω εδώ τρία χρόνια. 2. (για καταστάσεις, γεγονότα, ενέργειες) αντί για τύπους της δεικτ. αντων. αυτός: Συμφωνήσαμε σε όλα, αλλά εδώ… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»